- ανυψωτήρες, ατέρμονες
- Μηχανές που χρησιμοποιούνται για τη συνεχή ανύψωση υγρών και στερεώνουσιών και όταν ακόμα οι τελευταίες είναι σε κατάσταση σκόνης. Κατασκευάζονται σε διάφορους τύπους, ανάλογα με την κινητήρια δύναμη που χρησιμοποιείται: έτσι έχουμε α.α. υδραυλικούς, ηλεκτρικούς, με ατμό, με πεπιεσμένο αέρα κλπ.
Από την αρχαιότητα ήταν γνωστή η χρήση του τροχού και της αλυσίδας με κάδους που αποτελούνται από μια σειρά δοχεία, τα οποία στερεώνονται στην περιφέρεια ενός τροχού ή σε μια ατέρμονη αλυσίδα και χρησιμοποιούνται για την ανύψωση υγρών. Αργότερα, η αρχή της ατέρμονης αλυσίδας εφαρμόστηκε στους εκσκαφείς και στα μηχανήματα εκβάθυνσης (φαγάνες), μεταφοράς αποσκευώνκαι ατόμων (κατά μήκος οριζόντιων ή κεκλιμένων επιπέδων) και στις μηχανές που χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά των κάθε είδους υλικών μέσα στα εργοστάσια.
Σε πολλές σύγχρονες χημικές εγκαταστάσεις χρησιμοποιείται ακόμα και σήμερα o κοχλίας του Αρχιμήδη που αποτελείται από έναν έλικα με κεκλιμένο άξονα που περιστρέφεται στο εσωτερικό ενός σωλήνα, για τη μεταφορά διαλυμάτων ή κονιοποιημένων υλικών. Αλλά και οι κυλιόμενες ταινίες ανύψωσης και οι αντλίες μπορούν να θεωρηθούν α.α. στερεών και υγρών ουσιών, αντίστοιχα. Οι α.α. είναι σήμερα ουσιώδεις συσκευές για πολλά συστήματα συνεχούς παραγωγής.Εφοδιασμένοι με τις πιο σύγχρονες ηλεκτρικές και ηλεκτρονικές διατάξεις, μπορούν να φορτώνονται ή να κατευθύνονται αυτόματα, ανάλογαμε τις απαιτήσεις της διαδικασίας στην οποία χρησιμοποιούνται.
Ατέρμονες ανυψωτήρες. Δεξιά, με πεπιεσμένο αέρα: το υλικό αναρροφάται από το ρεύμα αέρα. Αριστερά, ατέρμων ανυψωτήρας με κάδους.
Dictionary of Greek. 2013.